βρίκιον

βρίκιον
και μπρίκι, το
τύπος ιστιοφόρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < (αγγλ.) brig «πλοιάριο». Η απόδοση με -β- οφείλεται σε υπερδιόρθωση ή «υπεραστισμό» (huperurbanismus), δηλ. εσφαλμένη διόρθωση της φωνητικής αποδόσεως
πρβλ. βόμβα αντί μπόμπα, μοδέλο αντί μοντέλο κ.λπ.].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Арес (бриг) — У этого термина существуют и другие значения, см. Арес (значения). «Арес» Άρης …   Википедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”